ΙΣΤΟΡΙΑ - ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - ΠΑΡΑΔΟΣΗ - ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΣ - ΕΚΔΟΣΕΙΣ - ΜΝΗΜΕΙΑ - ΒΙΒΛΙΑ - ΓΛΩΣΣΑ - ΜΟΥΣΙΚΗ
Παρασκευή 19 Μαρτίου 2010
"Η Πάτι Σμιθ στην Ελευσίνα"
Με αφορμή την βράβευση της Πάτι Σμιθ (Patti Smith) από τη μουσική βιομηχανία τον Απρίλιο του 2010, ο Σταύρος Σταυρόπουλος έγραψε στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - Βιβλιοθήκη (19/3/2010)το παρακάτω κείμενο:
Η Πάτι Σμιθ στην Ελευσίνα - Η γυναίκα που ζωγράφιζε ποιήματα με την άκρη των ματιών της ήταν ντυμένη στα μαύρα.
Φορούσε ένα μαύρο κοντό φόρεμα με δαντέλα, από μέσα μαύρο καλτσόν. Στο λαιμό της ήταν περασμένο ένα μακρύ δάσος. Τα κρόσσια του έφταναν ώς τους αγκώνες, αγκάλιαζαν τους μηρούς και κατέβαιναν.
Σε μια γωνιά, κάτω στο ξύλινο πάτωμα, ήταν παρατημένη μια κιθάρα. Το φως που έμπαινε απ' το ανοιχτό παράθυρο έκανε τους μαγνήτες της να αστράφτουν.
Ετσι όπως ήταν ο χώρος σκοτεινός, νόμιζες ότι απ' την κιθάρα ξεκινούσε μια φαρδιά γραμμή φωτός που θα σε περνούσε απέναντι.
Απέναντι βρισκόταν ο αρχαίος πολιτισμός της Ελευσίνας, υπολείμματα από ρωμαϊκά αντίγραφα και δωρικές κολόνες, το ιερό της θεάς Δήμητρας. Στο κέντρο των Τελεστηρίων -το άδυτο της ελευσινιακής λατρείας- έμπαινε μόνον ο ιεροφάντης.
Είχε γράψει μερικά ποιήματα με τα μάτια της, μερικά τραγούδια με τα ξέφτια του κορμιού της. Επειδή η νύχτα ανήκει στους εραστές. Επειδή το σώμα πονάει γιατί θέλει να φτάσει αυτό που θα ήθελε να συμβεί. Επειδή τώρα που μεγαλώσαμε, αργεί να νυχτώσει. Είχε έρθει για μένα. Στην Ελευσίνα μια φορά. Και λεγόταν Πάτι Σμιθ.
Ενα σώμα που φυλακίζεται θέλει να επιστρέψει. Να γίνει ερπετό, σκορπιός που δαγκώνει την ουρά του. Δεν του είναι αρκετό. Απομνημονεύει τις κινήσεις, θυμάται τους κυματισμούς που κάνει ο χρόνος μέσα του. Σκοπεύει να μεταμορφωθεί. Το πέλμα γυμνό, λυγισμένο· σαν χαλασμένο κεφαλαίο γράμμα που ντρέπεται για το ύψος του. Ζητά τη διασάλευση της ιστορίας, τον θάνατο των έντεχνων κραυγών.
Η ζωή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση αν αυτός που τη ζει την κάνει ενδιαφέρουσα. Και κυρίως, αν ο ίδιος είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση. Η Πάτι Σμιθ ήταν πάντα από την Ελευσίνα. Εμενε πάντα στο Καλλίχορον Φρέαρ, είχε πάντα να αναμετρηθεί με τα ερείπια.
Εσπρωξε την πόρτα και μπήκε. Κάποια σανίδια ήταν βγαλμένα. Καθόμουν στο πάτωμα με το βλέμμα καρφωμένο στον τοίχο. Δίπλα μου ο Αισχύλος είχε μείνει άγαλμα. Μου έπαιξε ένα τραγούδι των Ramones, κανείς δεν είχε βάλει τίποτε στο ποτό μου. Μετά πήγε προς το παράθυρο. Να. Βλέπεις εκεί; Στα Μεγάλα Προπύλαια, την κύρια είσοδο στο τέμενος. Χτίστηκαν επί Ρωμαίων και αντιγράφουν τα αμφιπρόστυλα προπύλαια της Ακρόπολης των Αθηνών. Εκεί γεννήθηκα. Σ' ένα σπίτι από φωτιά. Προμηθεϊκή. Σε ένα δωμάτιο από ιερά μανιτάρια. Του έρωτα.
Εξι μήνες στον πάνω κόσμο, έξι μήνες στον Αδη. Καταδυόμουν κι ανέβαινα. Μετά ήρθε ο χριστιανισμός. Η μουσική τελείωσε. Και κρύφτηκα στην κιθάρα σου.
Θέλω να την αγγίξεις. Να με αγγίξεις. Να κάνουμε μουσική. Ξανά.
Σταύρος Σταυρόπουλος
[Διαβάστε ένα μικρό αφιέρωμα για "το κοκτέιλ της αμφισβήτησης" Πάτι Σμιθ, στο Roseta Books]
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου